Η ψωρίαση αποτελεί ένα μυστήριο τόσο για τους ειδικούς όσο και για τους ίδιους τους πάσχοντες. Αφενός, η πολυπλοκότητα της πάθησης αναφορικά με την αιτιολογία, τη θεραπευτική παρέμβαση και γενικά, με όλη την εμπειρία της ψωρίασης, και αφετέρου, τα στερεοτυπικά σχήματα στην κοινωνία που στιγματίζουν τους πάσχοντες μέσα από διάφορες πρακτικές και συμπεριφορές, καθιστούν την ψωρίαση ένα αντικείμενο μελέτης υψηλού ενδιαφέροντος.
Η ψωρίαση είναι μία χρόνια, μη μεταδοτική, φλεγμονώδης πάθηση που επηρεάζει το δέρμα και τις αρθρώσεις. Τα κύρια συμπτώματά της είναι αλλοιώσεις στο δέρμα υπό την μορφή ερυθρών στρωμάτων που επικαλύπτονται από λευκό ιστό σε διάφορα μεγέθη. Τα σημεία του σώματος τα οποία πλήττονται συνήθως είναι οι αγκώνες, τα γόνατα και το κρανίο. Στα σημεία όπου παρουσιάζεται η φλεγμονή παρατηρείται φαγούρα, αίσθημα καψίματος και ξεφλούδισμα του δέρματος. Με το πέρασμα των χρόνων η πάθηση γίνεται όλο και πιο γνωστή, ωστόσο τα ακριβή αίτια πρόκλησης και εκδήλωσής της παραμένουν άγνωστα. Σχετικά πρόσφατα έχει διαπιστωθεί μια σαφής γενετική επίδραση (Griffiths, Christophers, & Barker, 2007).
Παρόλα αυτά, έρευνες έχουν καταλήξει σε διάφορους παράγοντες που μπορεί να οδηγήσουν στην εκδήλωση της ψωρίασης. Εν ολίγοις, θα μπορούσαμε να πούμε ότι δύο παράγοντες παίζουν σημαντικό ρόλο στην αιτιοπαθογένεια: η γενετική προδιάθεση και οι παράγοντες «αφύπνισης» και εκδήλωσης της πάθησης -τόσο εξωγενείς όσο και ενδογενείς- όπως είναι πιθανές μολύνσεις, φάρμακα, εγκυμοσύνη και τοκετός, διατροφή, αλκοόλ, κάπνισμα, στρες και γενικά ψυχολογικοί παράγοντες (Naldi et al., 2005). Αξίζει να σημειωθεί ότι άτομα που πάσχουν από ψωρίαση μπορεί να υποφέρουν και από κατάθλιψη ή να έχουν μειωμένη αυτοεκτίμηση. Συνεπώς, ένας σημαντικός παράγοντας στην εκτίμηση της σοβαρότητας ενός περιστατικού ψωρίασης είναι και η ποιότητα ζωής.
Η πολυπλοκότητα της ψωρίασης σε ψυχολογικό, κοινωνικό και πολιτισμικό επίπεδο είναι αξιοθαύμαστη αν όχι τρομακτική. Έχουν υπάρξει στο παρελθόν αναρίθμητες έρευνες σχετικά με τη σύνδεση της ψωρίασης με το στρες, ως παράγοντα εκδήλωσης της πάθησης. Υπάρχει μία κατηγορηματική απόδειξη ότι το ψυχολογικό στρες μπορεί να επηρεάσει την ευαισθησία της ψωρίασης και την πορεία γενικά πολλών δερματικών παθήσεων. Ωστόσο, η σύνδεση αυτή (ψωρίαση-ψυχολογικοί παράγοντες) παρατηρήθηκε δεκαετίες πριν, και έχει συζητηθεί για πολλά χρόνια. Η υπόθεση ότι η ψωρίαση κρύβει τα αίτιά της σε νευροπάθεια χρονολογείται πίσω στην δεκαετία του ’90 (Wood, 1873), με την πρώτη εμπειρική έρευνα του Wittkower, ο οποίος ήταν ο πρώτος που αναγνώρισε τον ρόλο των συναισθηματικών παραγόντων στις ασθένειες (1946).
Η ψωρίαση έχει χαρακτηριστεί εδώ και χρόνια μία ψυχοσωματική διαταραχή, με το σκεπτικό ότι το άγχος ή το ψυχολογικό στρες συνηγορεί στους ασθενείς ως μία αιτία εκδήλωσης της ασθένειας. Βέβαια, η επίδραση του στρες στην ψωρίαση είναι ένα μικρό κομμάτι της συνολικής εικόνας της πάθησης. Εισχωρώντας πιο βαθιά στα μονοπάτια της ψωρίασης έρευνες αναγνώρισαν την σημασία των συναισθημάτων του ατόμου σε σχέση με την πάθηση ανεξάρτητα από το στρες. Μία από τις πρώτες περιοχές που ερευνήθηκαν σε σχέση με αυτό, είναι η αίσθηση της ανησυχίας (worry). Η αίσθηση ανησυχίας σε συνάρτηση με την αυτοεκτίμηση και την κατάθλιψη συνδέονται άμεσα με την εκδήλωση της ψωρίασης (Tan, Feldman & Balkrishnan, 2012).
Έρευνες αναδεικνύουν ότι το στρες μπορεί να επηρεάσει την αντιμετώπιση της ψωρίασης. Ασθενείς με ιατροφαρμακευτική περίθαλψη στους οποίους δόθηκαν μαγνητοφωνημένες οδηγίες διαχείρισης άγχους είχαν καλύτερα θεραπευτικά αποτελέσματα από ότι ασθενείς στους οποίους δεν δόθηκαν οδηγίες. Είναι, λοιπόν προφανής η ανάγκη ψυχολογικής παρέμβασης.
Ωστόσο, παρατηρείται ότι η παραδοσιακή ιατρική αφήνει μικρά έως ελάχιστα περιθώρια σε εναλλακτικές παρεμβάσεις (π.χ. ψυχολογική υποστήριξη) γενικότερα. Ταυτόχρονα η χρήση αγχολυτικών φαρμάκων δεν έχει αποδειχθεί κατά πόσο μπορεί να είναι χρήσιμη σε ασθενείς με ψωρίαση. Ωστόσο, εμπειρικά δεδομένα δείχνουν ότι η διαχείριση του στρες, μέσω εναλλακτικών μεθόδων πέρα της συμβατικής ιατρικής, μπορεί να βοηθήσει στην ύφεση των συμπτωμάτων της ψωρίασης (Heller, Lee, & Koo, 2011).
Στο πλαίσιο της ψυχολογικής και κοινωνικής υποστήριξης εντάσσεται και η αυτοβοήθεια, σε όλες τις εκφάνσεις της. Η πιο διαδεδομένη της μορφή είναι οι ομάδες αυτοβοήθειας μέσα από τις οποίες προάγονται οι διαπροσωπικές σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων που τους ενώνει το κοινό πρόβλημα. Οι συναντήσεις των μελών των ομάδων αυτοβοήθειας μπορούν να αποτελέσουν μια ισχυρή πηγή υποστήριξης στην προσπάθεια προσαρμογής των πασχόντων στις αλλαγές που επιφέρει η ψωρίαση στη ζωή τους. Η συζήτηση είναι ελεύθερη θεματολογίας, ωστόσο μερικά από τα θέματα που μπορεί να συζητηθούν αφορούν τη ψωρίαση, την αντιμετώπισή της, τις δυσκολίες σχετικά με την πρόσβαση στη θεραπεία, ευρύτερα τις κοινωνικές παροχές, τη συνεχή βελτίωση των υπηρεσιών του εκάστοτε σωματείου και την ανταλλαγή απόψεων και εμπειριών σε όλα τα παραπάνω. Ζωντανό παράδειγμα ετών είναι το Σωματείο Υποστήριξης Ψωριασικών Ασθενών «ΚΑΛΥΨΩ».